Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία, τα προϊόντα της οποίας εξάγονται σε πάνω από 80 χώρες, είναι ένας από τους σημαντικότερους εξωστρεφείς βιομηχανικούς κλάδους της οικονομίας της χώρας μας. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ΙΟΒΕ, το 2019 πραγματοποιήθηκαν εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων συνολικής αξίας 1,9 δις ευρώ, οι οποίες αντιστοιχούν στο 5,6% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών.
Παράλληλα, η φαρμακευτική βιομηχανία αποτελεί μια από τις πλέον καινοτόμες βιομηχανίες αφού οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη νέων προϊόντων αντιστοιχούν στο 5% της συνολικής δαπάνης για ΕΑ στην Ελλάδα.
Η Γερμανία αποτελεί τη μεγαλύτερη φαρμακευτική αγορά στην Ευρώπη με κύκλο εργασιών 53 δις ευρώ και την τέταρτη μεγαλύτερη στον κόσμο. Αναφορικά με τις εξαγωγές ελληνικών φαρμακευτικών προϊόντων, η Γερμανία ως χώρα προορισμού κατέχει τη δεύτερη θέση (μετά τη Γαλλία) με μερίδιο 15,3%.
Βασικό χαρακτηριστικό της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας είναι ο υψηλός βαθμός ενσωμάτωσης της στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας, μέσω κυρίως των εμπροσθοβαρών διασυνδέσεων, παραγωγικών συνεργασιών και εμπορικών συμφωνιών με μεγάλες ξένες φαρμακευτικές επιχειρήσεις.
Πράγματι, οι εξαγωγές ελληνικών φαρμακευτικών προϊόντων δεν βασίζονται κατά κύριο λόγο σε απευθείας πωλήσεις στα υφιστάμενα δίκτυα διανομής, αλλά ανάγονται πρωτίστως σε συνεργασία μεταξύ ελληνικών και γερμανικών επιχειρήσεων, είτε μέσω συμφωνιών εκχώρησης από ελληνική σε γερμανική εταιρεία άδειας για την κυκλοφορία φαρμάκων της στη γερμανική αγορά, είτε ακόμα μέσω της ανάθεσης παραγωγής προϊόντων βάσει σύμβασης, τα οποία στη συνέχεια εξάγονται στη Γερμανία.
Επιπλέον, η εμπορική και επιχειρηματική συνεργασία ελληνικών και γερμανικών εταιρειών, πέραν της εισόδου στη γερμανική αγορά, προσφέρει ευχερέστερη πρόσβαση και σε άλλες μεγάλες διεθνείς αγορές, καθώς και δυνατότητες συνεργασίας με διεθνούς εμβέλειας ερευνητικά κέντρα και ιδρύματα.
Η ανάπτυξη διεθνών συνεργασιών και η συμμετοχή στην παγκόσμια παραγωγική αλυσίδα είναι ζωτική προϋπόθεση για να ανταποκριθεί η ελληνική φαρμακοβιομηχανία στις μεγάλες προκλήσεις του μέλλοντος, όπως η ψηφιοποίηση του τομέα της υγείας, η ανάπτυξη της βιοφαρμακευτικής και της βιοπληροφορικής και η παραγωγή εξατομικευμένων φαρμάκων προσαρμοσμένων στο ιδιαίτερο γονιδίωμα κάθε ανθρώπου, που θα οδηγήσουν σε ένα τεράστιο άλμα στη βελτίωση της ανθρώπινης υγείας και στην επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης.
Η χώρα μας θα πρέπει να εκμεταλλευτεί τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα στον τομέα αυτό προκειμένου να επιδιώξει την ανάπτυξη ενός ανταγωνιστικού βιοφαρμακευτικού κλάδου, που θα προσφέρει εξαιρετικά σημαντική προστιθέμενη αξία και θα συμβάλει στην αξιοποίηση του υψηλής ποιότητας ανθρώπινου δυναμικού που υπάρχει στη χώρα, αλλά και των εκατοντάδων ελλήνων ερευνητών και επιστημόνων του κλάδου που εργάζονται και κατέχουν συχνά ανώτατες θέσεις σε μεγάλες επιχειρήσεις και ερευνητικά ιδρύματα στο εξωτερικό.